Greek Meaning of unappealing

δυσάρεστος

Other Greek words related to δυσάρεστος

Definitions and Meaning of unappealing in English

Wordnet

unappealing (a)

(of characters in literature or drama) tending to evoke antipathetic feelings

not able to attract favorable attention

FAQs About the word unappealing

δυσάρεστος

(of characters in literature or drama) tending to evoke antipathetic feelings, not able to attract favorable attention

γκροτέσκο,αποτρόπαιος,μη ελκυστικός,Δυσάρεστος,φρικτός,οικιακός,φρικτός,τερατώδης,απωθητικός,άσχημος

αισθητικός,ελκυστικός,όμορφος,όμορφος,όμορφο,χαριτωμένος,αισθητικός,δίκαιο,όμορφος,καλό

unappealable => αμετάκλητος, unapparent => Άδηλος, unappareled => απαράμιλλος, unapparel => γδύνομαι, unappalled => ατάραχος,