Greek Meaning of keelhauling

Ναυτικός ξυλοδαρμός

Other Greek words related to Ναυτικός ξυλοδαρμός

Definitions and Meaning of keelhauling in English

Webster

keelhauling (p. pr. & vb. n.)

of Keelhaul

FAQs About the word keelhauling

Ναυτικός ξυλοδαρμός

of Keelhaul

ομιλητής,Επιπλήττω,επίπληξη,νουθετώντας,επιτιθέμενος,πότισμα,Ξεφωνίζω,μαλώνω,Κατηγορείν,επιτιμητικός

Εγκριτικός,επικύρωση,επιβάλλων κυρώσεις,εξυμνώντας,επικυρώνοντας,επαινετικός,επαινετικό

keelhauled => Καρίνα, keelhaul => ναυτική τιμωρία, keelfat => κητολίπαρο, keeler => κιλερ, keeled garlic => Σκoρδoπράσο με κυρτές άκρες,