Greek Meaning of slamming
χτύπημα
Other Greek words related to χτύπημα
Nearest Words of slamming
Definitions and Meaning of slamming in English
slamming (p. pr. & vb. n.)
of Slam
FAQs About the word slamming
χτύπημα
of Slam
θόρυβος,κλείσιμο,κλείδωμα,κλείνοντας,除非,κεραυνοβολία,στερέωση,μπλοκάρισμα,σφράγιση,προστασία
άνοιγμα,ξεβίδωμα,ξεκούμπωμα,ξεκλειδώνοντας,ξεκλείδωμα,αποσφράγιση,ξεμπλοκάρισμα
slammerkin => ακατάστατη γυναίκα, slammer => slammer, slammed => χτύπησε, slamkin => σλάμκιν, slam-dunk => Κάρφωμα,