Greek Meaning of unsealing
αποσφράγιση
Other Greek words related to αποσφράγιση
Nearest Words of unsealing
Definitions and Meaning of unsealing in English
unsealing
to break or remove the seal of
FAQs About the word unsealing
αποσφράγιση
to break or remove the seal of
ξεβίδωμα,ξεκούμπωμα,ξεκλειδώνοντας,ξεκλείδωμα,άνοιγμα,ξεμπλοκάρισμα,απελευθέρωση
κλείσιμο,κλείδωμα,κατασκευή,κλείνοντας,除非,κεραυνοβολία,αλυσοποίηση,στερέωση,μπλοκάρισμα,σφράγιση
unscrewing => Ξεβίδωμα, unscrewed => Ξεβιδωμένο, unscreened => ανεξέταστο, unscrambling => αποκωδικοποίηση, unscrambled => αποκρυπτογραφημένο,