Greek Meaning of faulting
σφάλμα
Other Greek words related to σφάλμα
- Κατηγορείν
- καταδικαστικός
- καταγγέλλοντας
- χτύπημα
- κριτικός
- επιτιθέμενος
- επικριτικός
- παραπονούμενος
- τηγάνισμα
- επίπληξη
- σκωρίαση
- χτύπημα
- βρήσκω ελαττώματα
- Ρύθμιση
- νουθετώντας
- εφορμώντας
- Μειωτικός
- μαλώνω
- ανατίναξη
- επικριτικός
- επιτιμητικός
- κουβέντα
- λογομαχώ
- επιπληκτικός
- καταγγέλλοντας
- ειρωνικό
- απαξιωτικός
- επικριτικός
- επικριτικός
- εκδορά
- γκρινιάρης
- γρύλισμα
- γκρίνια
- σφυρηλάτηση
- κλωτσιά
- μαστίγωμα
- στεναγμός
- γογγύζοντας
- μουρμούρισμα
- Ενοχλητικός
- κολώνα ντροπής
- καβγάς
- επίπληξη
- επιπλήττων
- Επιπλήττω
- επίπληξη
- επικριτικός
- σουβλίζοντας
- κόψιμο
- επίπληξη
- παράπονο
- γκρίνια
- γκρίνια
- συντριπτικός
- Εναντίον (κάποιου)
- crabbing
- σταυρώνοντα
- κακούργημα
- γκρίνια
- αυστηρή επικριτική
- σχισμή (σε)
- ελεύθερος σκοπευτής (σε)
- Επίπληξη
Nearest Words of faulting
Definitions and Meaning of faulting in English
faulting (n)
(geology) a crack in the earth's crust resulting from the displacement of one side with respect to the other
faulting (p. pr. & vb. n.)
of Fault
faulting (n.)
The state or condition of being faulted; the process by which a fault is produced.
FAQs About the word faulting
σφάλμα
(geology) a crack in the earth's crust resulting from the displacement of one side with respect to the otherof Fault, The state or condition of being faulted; t
Κατηγορείν,καταδικαστικός,καταγγέλλοντας,χτύπημα,κριτικός,επιτιθέμενος,επικριτικός,παραπονούμενος,τηγάνισμα,επίπληξη
Εγκριτικός,εξυμνώντας,επαινετικός,επικύρωση,επαινετικό,Συστήνοντας,επιβάλλων κυρώσεις,αποθεώνοντας,επικυρώνοντας
faultiness => λάθος, faultily => ελαττωματικά, faultful => ελαττωματικός, fault-finding => εντοπισμός σφάλματος, faultfinding => εντοπισμός σφάλματος,