Greek Meaning of reprimanding
Επιπλήττω
Other Greek words related to Επιπλήττω
- ομιλητής
- επίπληξη
- νουθετώντας
- επιτιθέμενος
- μαλώνω
- Κατηγορείν
- επιτιμητικός
- επιτιμώντας
- εκδορά
- χλευαστικός
- Ράγκινγκ
- επίπληξη
- επίπληξη
- επίπληξη
- κριτικός
- αυστηρή επικριτική
- προσβλητικός
- εφορμώντας
- πότισμα
- Ξεφωνίζω
- Μειωτικός
- ανατίναξη
- επικριτικός
- επίπληξη
- επιπληκτικός
- καταδικαστικός
- καταγγέλλοντας
- απαξιωτικός
- επίπληξη
- επικριτικός
- σφάλμα
- σφυρηλάτηση
- παρενόχληση
- μάσημα
- Ναυτικός ξυλοδαρμός
- χτύπημα
- μαστίγωμα
- τηγάνισμα
- Βαθμολογία
- επικριτικός
- υβριστικός
- κοροϊδευτικό
- χλευασμός
- σκοράρισμα
- μαστίγωμα [masˈtiɡɔma]
- χτύπημα
- επίπληξη
- συκοφαντίες
- κάλεσμα κάτω
- σταυρώνοντα
- δέσιμο παπουτσιών (μέσα)
- βάζοντας
- κιγκλίδωμα (στους ή απέναντι)
- εξαλμένος (με)
- διαβάζω τον κατάλογο ταραχών (σε κάποιον)
- βρισιά (έξω)
- διαμαρτυρόμενος (προς)
- περιφρόνηση
- Επίπληξη
Nearest Words of reprimanding
Definitions and Meaning of reprimanding in English
reprimanding (p. pr. & vb. n.)
of Reprimand
FAQs About the word reprimanding
Επιπλήττω
of Reprimand
ομιλητής,επίπληξη,νουθετώντας,επιτιθέμενος,μαλώνω,Κατηγορείν,επιτιμητικός,επιτιμώντας,εκδορά,χλευαστικός
Εγκριτικός,επικύρωση,επιβάλλων κυρώσεις,εξυμνώντας,επικυρώνοντας,επαινετικός,επαινετικό
reprimander => Επιπλήττω, reprimanded => Επιτιμήθηκε, reprimand => Επίπληξη, reprieving => χάρη, reprieved => χάρισε,