Greek Meaning of admonishing
νουθετώντας
Other Greek words related to νουθετώντας
Nearest Words of admonishing
Definitions and Meaning of admonishing in English
admonishing (s)
expressing reproof or reproach especially as a corrective
admonishing (p. pr. & vb. n.)
of Admonish
FAQs About the word admonishing
νουθετώντας
expressing reproof or reproach especially as a correctiveof Admonish
προειδοποίηση,Νουθετητικός,προειδοποιητικός,προειδοποιώντας,ενδεικτικό,παρακολουθητικός,προειδοποιητικός,τιμωρητικός,συμβουλευτικός,Συμβουλευτική
Εγκριτικός,επικύρωση,επικυρώνοντας,επιβάλλων κυρώσεις,χειροκροτώντας,εξυμνώντας,χαλάζι,επαινετικό,εντάξει,επαινετικός
admonisher => νουθετητής, admonished => νουθετώ, admonish => επιπλήσσειν, admixture => ανάμειξη, admixtion => ανάμιξη,