Greek Meaning of kicking
κλωτσιά
Other Greek words related to κλωτσιά
- παραπονούμενος
- στεναγμός
- μουρμούρισμα
- φωνάζω
- παράπονο
- βέλασμα
- επικριτικός
- γαυγισμός
- κλάμα
- γκρινιάρης
- γρύλισμα
- γκρίνια
- φώναγμα
- επιτιθέμενος
- γογγύζοντας
- γκρινιάρης
- τρίξιμο
- θρηνούμενων
- γκρίνια
- ανησυχητικό
- γκρίνια
- γκρίνια
- crabbing
- γκρινιάρης
- μουρμούρισμα
- γκρίνια
- γκρινιάρης
- θρήνος
- Κάνω φασαρία
- Κάνω φασαρία
- γκρινιάζω
- διαμαρτυρόμενος
- πικραμένος
- κραυγάζοντας
- γκρίνια
- γκρίνια
- κουβέντα
- χασμουρώντας
- ουρλιαχτό
- Θρηνώντας
- θρηνώντας
- τραυλίζοντας
- κουβέντα
- λογομαχώ
- κρώξιμο
- θλιβερό
- τριβή
- φασαρία
- θρηνώντας
- καβγάς
- λυγμοί
- μαγειρευτό
- γκρινιάρης
- (αντιρρησίας (προς))
- (τσακωνομαι με)
- τσακώνω (με)
- Yauping
Nearest Words of kicking
Definitions and Meaning of kicking in English
kicking (n)
a rhythmic thrusting movement of the legs as in swimming or calisthenics
the act of delivering a blow with the foot
kicking (p. pr. & vb. n.)
of Kick
FAQs About the word kicking
κλωτσιά
a rhythmic thrusting movement of the legs as in swimming or calisthenics, the act of delivering a blow with the footof Kick
παραπονούμενος,στεναγμός,μουρμούρισμα,φωνάζω,παράπονο,βέλασμα,επικριτικός,γαυγισμός,κλάμα,γκρινιάρης
Αποδεκτός,ρουλεμάν,απολαυστικός,ανθεκτικός,αγαλλίαση,λήψη,ανεκτικός,χειροκροτώντας,επευφημώντας,λαλητός
kicker => κλοτσιά, kickback => μίζα, kickapoos => Κίκαπου, kickapoo => Κικαπού, kickable => κλωτσήσιμος,