Greek Meaning of kickshaw
ψιλικό
Other Greek words related to ψιλικό
- διακόσμηση
- διακοσμητικός
- ασήμαντο πράγμα
- Μπιχλιμπίδι
- μπιμπελό
- Συλλεκτικό
- Συλλεκτικό αντικείμενο
- περιέργεια
- μικροπράγμα
- φανταχτερός
- μπιχλιμπίδι
- μπιχλιμπίδι
- Ανοησία
- μπιχλιμπίδια
- Κοσμηματικό
- καινοτομία
- σουβενίρ
- κιτς
- ασήμαντο
- μπιχλιμπίδι
- μπιζού
- Παλιοπράγματα
- Θέμα συζήτησης
- περιέργεια
- φιγούρα
- μπιχλιμπίδια
- ενθύμιο
- ενθύμιο
- Αντικείμενο
- φιλιγκράν
- μετριότητες
- αρετή
- Αρετή
Nearest Words of kickshaw
Definitions and Meaning of kickshaw in English
kickshaw (n)
something considered choice to eat
kickshaw (n.)
See Kickshaws, the correct singular.
FAQs About the word kickshaw
ψιλικό
something considered choice to eatSee Kickshaws, the correct singular.
διακόσμηση,διακοσμητικός,ασήμαντο πράγμα,Μπιχλιμπίδι,μπιμπελό,Συλλεκτικό,Συλλεκτικό αντικείμενο,περιέργεια,μικροπράγμα,φανταχτερός
No antonyms found.
kickoff => έναρξη, kicking => κλωτσιά, kicker => κλοτσιά, kickback => μίζα, kickapoos => Κίκαπου,