Greek Meaning of doodad
μικροπράγμα
Other Greek words related to μικροπράγμα
Nearest Words of doodad
Definitions and Meaning of doodad in English
doodad (n)
something unspecified whose name is either forgotten or not known
FAQs About the word doodad
μικροπράγμα
something unspecified whose name is either forgotten or not known
πραγματάκι,πραγματάκι,πράγμα,πράγμα,Τι είναι αυτό,τι είναι αυτό,τι είναι αυτό,Ντίγγους,πράγμα,το πράγμα
ατέλεια,παραμόρφωση,ουλή,κουκκίδα,Κηλίδα,βανδαλισμός,κηλίδα
doob grass => Φυτό κάνναβης, doob => τσιγάρο, doo => κάνει, donzel => δονζέλ, donut => Ντόνατ,