Greek Meaning of gewgaw
μπιχλιμπίδι
Other Greek words related to μπιχλιμπίδι
- Μπιχλιμπίδι
- μπιμπελό
- Συλλεκτικό
- Συλλεκτικό αντικείμενο
- περιέργεια
- μικροπράγμα
- φανταχτερός
- Ανοησία
- ψιλικό
- μπιχλιμπίδια
- Κοσμηματικό
- καινοτομία
- διακοσμητικός
- κιτς
- μπιχλιμπίδι
- ασήμαντο πράγμα
- μπιζού
- Παλιοπράγματα
- περιέργεια
- φιγούρα
- μπιχλιμπίδια
- Αντικείμενο
- διακόσμηση
- σουβενίρ
- ασήμαντο
- μετριότητες
- αρετή
- Αρετή
- Θέμα συζήτησης
- ενθύμιο
- ενθύμιο
- φιλιγκράν
Nearest Words of gewgaw
- geusdism => γκέουζ
- geum virginianum => Γίωσον της Βιρτζίνιας
- geum urbanum => Καρυοφύλου αγρίου
- geum triflorum => Γκέουμ το τρίανθο
- geum strictum => Γουάσαινα
- geum rivale => Γεωχίτωνας, ο αντίπαλος
- geum macrophyllum => Γοίτιο το μεγάλο
- geum canadense => Γκεούμ του Καναδά
- geum alleppicum strictum => Geum alleppicum strictum
- geum => geum
Definitions and Meaning of gewgaw in English
gewgaw (n)
cheap showy jewelry or ornament on clothing
gewgaw (n.)
A showy trifle; a toy; a splendid plaything; a pretty but worthless bauble.
gewgaw (a.)
Showy; unreal; pretentious.
FAQs About the word gewgaw
μπιχλιμπίδι
cheap showy jewelry or ornament on clothingA showy trifle; a toy; a splendid plaything; a pretty but worthless bauble., Showy; unreal; pretentious.
Μπιχλιμπίδι,μπιμπελό,Συλλεκτικό,Συλλεκτικό αντικείμενο,περιέργεια,μικροπράγμα,φανταχτερός,Ανοησία,ψιλικό,μπιχλιμπίδια
No antonyms found.
geusdism => γκέουζ, geum virginianum => Γίωσον της Βιρτζίνιας, geum urbanum => Καρυοφύλου αγρίου, geum triflorum => Γκέουμ το τρίανθο, geum strictum => Γουάσαινα,