Greek Meaning of fretting

τριβή

Other Greek words related to τριβή

Definitions and Meaning of fretting in English

Webster

fretting (p. pr. & vb. n.)

of Fret

FAQs About the word fretting

τριβή

of Fret

ανήσυχος,ανήσυχος,διστακτικός,μαγειρευτό,ενοχλημένος,οργισμένος, θυμωμένος,ενοχλημένο,ανήσυχος,ανήσυχος,ταραγμένος

Ήρεμος,συλλεγέν,σίγουρος,κουλ,εύκολος,αναίσθητος,χαλαρός,σίγουρα,ελεγχόμενος,ανέμελος

fretter => νευρικός, fretten => θυμώνω, fretted => ανήσυχος, frett => ανησυχώ, fretsaw => Κοπτικό πριόνι,