Greek Meaning of antsy

ανυπόμονος

Other Greek words related to ανυπόμονος

Definitions and Meaning of antsy in English

Wordnet

antsy (s)

nervous and unable to relax

FAQs About the word antsy

ανυπόμονος

nervous and unable to relax

ανήσυχος,ανήσυχος,αγχωμένος,ανήσυχος,ανήσυχος,αναστατωμένος,ανήσυχος,ενοχλημένο,ανήσυχος,διαταραγμένος

Ήρεμος,συλλεγέν,σίγουρος,κουλ,εύκολος,αναίσθητος,χαλαρός,σίγουρα,ελεγχόμενος,ανέμελος

antrustion => Άντρουστίον, antrum => άτρο, antrozous pallidus => Χλωμή νυχτερίδα του Τάουνσεντ, antrozous => Anthrozous, antrovert => Εσωστρεφής,