FAQs About the word keeled garlic

Σκoρδoπράσο με κυρτές άκρες

Eurasian bulbous plant

No synonyms found.

No antonyms found.

keeled => με καρίνα, keelboat => Ιστιοφόρο γιοτ με καρίνα, keelage => τρίχινα, keel over => ανατρέπομαι, keel arch => Τρόπις πλοίου,