Greek Meaning of hardliner

σκληροπυρηνικός

Other Greek words related to σκληροπυρηνικός

Definitions and Meaning of hardliner in English

Wordnet

hardliner (n)

a conservative who is uncompromising

FAQs About the word hardliner

σκληροπυρηνικός

a conservative who is uncompromising

αυστηρός,αυστηρός,αμετάπειστος,χυτοσίδηρος,συνειδητός,απαιτητικός,άκαμπτος,σχολαστικός,άκαμπτος,σταθερός

συγκαταβατικός,συμβατός,ευέλικτος,ήπιος,χαλαρός,χαλαρός,ήπιος,εύκαμπτος, εύπλαστος,εύκαμπτος, εύπλαστος,χαλαρός

hard-line => σκληρής γραμμής, hardline => σκληροπυρηνικός, hard-labored => εργατικός, hardish => Σκληρός, hardinggrass => Hardinggrass,