Greek Meaning of fancying up

Επιτήδευση

Other Greek words related to Επιτήδευση

Definitions and Meaning of fancying up in English

fancying up

to add superficial adornment to

FAQs About the word fancying up

Επιτήδευση

to add superficial adornment to

διακοσμώντας,διακόσμηση,επισκευάζω,ντύσιμο,στολισμός,διάταξη,Εξώραϊση,στολισμός,οικόσημο,παράφερνα

δυσφημούντες,παραμορφωτικός,αποσυναρμολόγηση,Εμφανίζοντας,εκθέτω,φθορά,αποκαλυπτικός,ουλή,απλούστευση,κακομαθαίνω

fancy women => Φανταχτερές γυναίκες, fancy Dan => Φανταχτερός Νταν, fanciness => πολυτέλεια, fancily => επιδεικτικά, fancifying => Διακόσμηση,