Greek Meaning of unclichéd
πρωτότυπος
Other Greek words related to πρωτότυπος
- Συμμετοχικός
- απορροφητικός
- συναρπαστικός
- φρέσκος
- ενδιαφέρον
- συναρπαστικό
- νέος
- μυθιστόρημα
- πρωτότυπο
- συναρπαστικό
- άνευ προηγουμένου
- ασυνήθιστο
- αχρησιμοποίητος
- απορροφητικός
- κινούμενος
- άτυπος
- ενεργειακός
- αναζωογονητικός
- εξαιρετικός
- γαλβανισμός
- συναρπαστικός
- τονωτικός
- περιλαμβάνοντας
- Πρωτοποριακός
- διεγερτικό
- περίεργο
- ασυνήθιστος
- ασυνήθιστος
- άγνωστο
- ακούραστος
- Άγνωστος
- πρωτοπόρος
Nearest Words of unclichéd
Definitions and Meaning of unclichéd in English
unclichéd
not hackneyed or unoriginal
FAQs About the word unclichéd
πρωτότυπος
not hackneyed or unoriginal
Συμμετοχικός,απορροφητικός,συναρπαστικός,φρέσκος,ενδιαφέρον,συναρπαστικό,νέος,μυθιστόρημα,πρωτότυπο,συναρπαστικό
κοινότοπος,κλισέ,συνηθισμένος,χάκινγκ,Hackney,Τριμμένο,μουχλιασμένο,Υποχρεωτικός,φθαρμένος,μπαγιάτικος
unclenching => Χαλάρωση, unclenched => χαλαρός, uncleaned => ακαθάριστος, unclasping => ξεκούμπωμα, unclasped => ξεκούμπωτο,