FAQs About the word unclogging

απόφραξη

to free from a difficulty or obstruction

εκκαθάριση,άνοιγμα,διευκολυντικό,απελευθερωτικό,λείανση,αποσύνδεση,ασταμάτητος,χαλάρωση

αποκλεισμός,κλείσιμο,εμποδίζοντας,εμποδίζοντας,σύνδεση (up),στάση,Αποκλεισμός,στενεύον,επιβαρυντικός,εμποδίζοντας

uncloaks => αποκαλύπτεται, uncloaking => αποκάλυψη, uncloaked => αποκάλυψε, uncliched => μη κλισέ, unclichéd => πρωτότυπος,