FAQs About the word facilitating

διευκολυντικό

of Facilitate

βοήθεια,βοήθεια,χαλάρωση,λείανση,υποκίνηση,καλλιέργεια,θρεπτικός,προώθηση,ενθαρρυντικός,προώθηση

προληπτικός,προληπτικός,προληπτικός,προφυλακτικός,αποτρεπτικός,εξουδετέρωση,αποτρεπτικός,άρνηση,ακυρώνει

facilitated => διευκόλυνε, facilitate => διευκολύνω, facile => εύκολος, facies => Πρόσωπα, facient => ευχάριστος,