FAQs About the word facilitative

διευκολυντικός

freeing from difficulty or impediment

χρήσιμος,χρήσιμος,ευνοϊκός,επωφελής,ευνοϊκός,αποτελεσματικός,φιλόξενος,ευνοϊκή,προθυμος,παραγωγικός

αναποτελεσματικός,αναποτελεσματικός,άχρηστος,επιζήμιος,δυσμενής,άχρηστος,μειονεκτικός,ενοχλητικός

facilitation => διευκόλυνση, facilitating => διευκολυντικό, facilitated => διευκόλυνε, facilitate => διευκολύνω, facile => εύκολος,