Greek Meaning of neutralizing

εξουδετέρωση

Other Greek words related to εξουδετέρωση

Definitions and Meaning of neutralizing in English

Webster

neutralizing (p. pr. & vb. n.)

of Neutralize

FAQs About the word neutralizing

εξουδετέρωση

of Neutralize

αποτρεπτικός,άρνηση,ακυρώνει,απορίας άξιο,αποκλεισμός,αποτρεπτικός,απογοητευτικός,προληπτικός,προληπτικός,προφυλακτικός

βοήθεια,βοήθεια,υποκίνηση,ενθαρρυντικός,διευκολυντικό,καλλιέργεια,θρεπτικός,προώθηση,λείανση,χαλάρωση

neutralizer => ουδετεροποιητής, neutralized => εξουδετερωμένο, neutralize => ουδετεροποιώ, neutralization reaction => Αντίδραση εξουδετέρωσης, neutralization fire => Φωτιά εξουδετέρωσης,