Greek Meaning of trotting

τροχάδην

Other Greek words related to τροχάδην

Definitions and Meaning of trotting in English

Webster

trotting (p. pr. & vb. n.)

of Trot

FAQs About the word trotting

τροχάδην

of Trot

καλπάζον,βιαστικά,Τζόκινγκ,αγώνας,τρέξιμο,σπριντ,οριοθέτηση,καλπάζω,αριστοκρατικός,βιαστικός

πλανόδιος,Έρπων,ερπετό,σέρνοντας,επίμονος,Περίπατος,κουτσός,ανακάτεμα,βολτάροντας,αναβάλλω

trotter => αλογάκι, trotted => τρέχει, trotskyite => τροτσκιστής, trotskyist => τροτσκιστής, trotskyism => Τροτσκισμός,