Greek Meaning of racing
αγώνας
Other Greek words related to αγώνας
- κεραυνοβολία
- Κομμένος η ανάσα
- στόλος
- ιπτάμενος
- αστραπή
- γρήγορος
- εκτοξευόμενος
- τρέξιμο
- βιαστικός
- υπερβολική ταχύτητα
- γρήγορος
- γρήγορος
- ανεμοστρόβιλος
- επιταχυνόμενος
- δωδεκάδα
- chóngyros
- ζωηρός
- ορμητικός
- ζαλισμένος
- γρήγορος
- γρήγορος
- Επιπόλαιος
- βιαστικά
- μετεωρικός
- προτροπή
- γρήγορος
- επιταχύνεται
- Έτοιμος
- διασκορπισμένος
- βιαστικός
- Ζωηρό
- στροβιλιζόμενος
- χτύπημα
- σκούτερ
- ταχύτητα παραμόρφωσης
- φερμουάρ
- επιτάχυνε
- σπεύδω
- βιαστικός
Nearest Words of racing
- racine => ρίζα
- racily => γευστικά
- racially => φυλετικά
- racialism => ρατσισμός
- racial segregation => Φυλετικός διαχωρισμός
- racial profiling => Φυλετική ταυτοποίηση
- racial immunity => Φυλετική ανοσία
- racial discrimination => Φυλετική διάκριση
- racial => φυλετικός
- rachycentron canadum => Καναδικός κρανιόψαρος
Definitions and Meaning of racing in English
racing (n)
the sport of engaging in contests of speed
racing (p. pr. & vb. n.)
of Race
racing ()
a. & n. from Race, v. t. & i.
FAQs About the word racing
αγώνας
the sport of engaging in contests of speedof Race, a. & n. from Race, v. t. & i.
κεραυνοβολία,Κομμένος η ανάσα,στόλος,ιπτάμενος,αστραπή,γρήγορος,εκτοξευόμενος,τρέξιμο,βιαστικός,υπερβολική ταχύτητα
Έρπων,ερπετό,καθυστερημένος,σέρνοντας,οπισθοδρομικός,καθυστερημένο,νωθρός,ήρεμος,αργός,αργός
racine => ρίζα, racily => γευστικά, racially => φυλετικά, racialism => ρατσισμός, racial segregation => Φυλετικός διαχωρισμός,