Greek Meaning of rocketing
εκτοξευόμενος
Other Greek words related to εκτοξευόμενος
- δωδεκάδα
- κεραυνοβολία
- chóngyros
- Κομμένος η ανάσα
- ζωηρός
- ορμητικός
- στόλος
- ιπτάμενος
- Επιπόλαιος
- αστραπή
- μετεωρικός
- αγώνας
- γρήγορος
- τρέξιμο
- βιαστικός
- διασκορπισμένος
- βιαστικός
- υπερβολική ταχύτητα
- γρήγορος
- γρήγορος
- στροβιλιζόμενος
- ανεμοστρόβιλος
- σκούτερ
- ταχύτητα παραμόρφωσης
- φερμουάρ
- επιταχυνόμενος
- ζαλισμένος
- γρήγορος
- γρήγορος
- επιτάχυνε
- βιαστικά
- προτροπή
- γρήγορος
- επιταχύνεται
- Έτοιμος
- Ζωηρό
- χτύπημα
- σπεύδω
- βιαστικός
Nearest Words of rocketing
- rocketer => Ρόκετ
- rocketed => Εκτοξεύτηκε
- rocket scientist => επιστήμονας πυραύλων
- rocket salad => Ρόκα
- rocket range => Πεδίο βολής πυραύλων
- rocket propulsion => Πυραυλική ώθηση
- rocket propellant => Καύσιμα πυραύλων
- rocket launching => Εκτόξευση πυραύλου
- rocket launcher => Εκτοξευτήρας ρουκετών
- rocket larkspur => Ροκέτα larkspur
Definitions and Meaning of rocketing in English
rocketing (p. pr. & vb. n.)
of Rocket
FAQs About the word rocketing
εκτοξευόμενος
of Rocket
δωδεκάδα,κεραυνοβολία,chóngyros,Κομμένος η ανάσα,ζωηρός,ορμητικός,στόλος,ιπτάμενος,Επιπόλαιος,αστραπή
Έρπων,ερπετό,καθυστερημένος,σέρνοντας,οπισθοδρομικός,καθυστερημένο,νωθρός,ήρεμος,αργός,αργός
rocketer => Ρόκετ, rocketed => Εκτοξεύτηκε, rocket scientist => επιστήμονας πυραύλων, rocket salad => Ρόκα, rocket range => Πεδίο βολής πυραύλων,