FAQs About the word rocking

ταλαντευόμενο

of Rock, Having a swaying, rolling, or back-and-forth movement; used for rocking.

κούνημα,τρεμούλιασμα,Ταλάντωση,τρεμάμενο,τρεμουλιαστός,Τρέμουλο,τρεμάμενος,Τρέμουλο,σπασμός,Τρέμω

No antonyms found.

rockiness => βραχώδης, rockies => Ρόκυς, rockford => Ρόκφορντ, rockfoil => Σαξιφράγκα, rockfish => σκορπίνα,