Greek Meaning of jetting
ακροφύσια
Other Greek words related to ακροφύσια
- χύσιμο
- βιαστικός
- ροή
- πλημμύρα
- έκπλυση
- τρεχούμενο
- έκδοση
- κυλιόμενο
- τρέξιμο
- εμέτου
- πιτσίλισμα
- ξεχύνοντας
- πίδακας
- εκτοξευόμενος
- αυξανόμενη
- σφυριχτό
- Πλύσιμο
- καταρρακτικός
- κατακλυσμιαίος
- πνιγμός.
- Καταπιείτε
- κρήνη
- πλημμυρίζων
- υπερχειλίζων
- συντριπτικός
- πιτσίλισμα
- τσίμπημα
- πλύσιμο
- βυθιζόμενος
- καταδύοντας
- πλημμύρα
- Οίδημα
Nearest Words of jetting
Definitions and Meaning of jetting in English
jetting (s)
propelled violently in a usually narrow stream
jetting (p. pr. & vb. n.)
of Jet
FAQs About the word jetting
ακροφύσια
propelled violently in a usually narrow streamof Jet
χύσιμο,βιαστικός,ροή,πλημμύρα,έκπλυση,τρεχούμενο,έκδοση,κυλιόμενο,τρέξιμο,εμέτου
στάζει,πτώση,στάζοντας,αιμορραγία,ντρίμπλα,διαρροή,στάζων,διηθούμενος,Υγρασία εξόδου,πιτσίλισμα
jettiness => προββολή, jetties => εξέδρες, jetter => τζετ, jettee => Κυματοθραύστης, jetted => αεριώθηση,