Greek Meaning of deluging
κατακλυσμιαίος
Other Greek words related to κατακλυσμιαίος
Nearest Words of deluging
- delundung => delundung
- delusion => Παραίσθηση
- delusional => παραληρηματικός
- delusional disorder => παραληρηματική διαταραχή
- delusions of grandeur => μανία μεγαλείου
- delusions of persecution => Παραληρητικές ιδέες καταδίωξης
- delusive => Ψευδής
- delusively => Ψευδώς
- delusory => παραπλανητικός
- deluxe => ντελούξ
Definitions and Meaning of deluging in English
deluging (p. pr. & vb. n.)
of Deluge
FAQs About the word deluging
κατακλυσμιαίος
of Deluge
Καταπιείτε,πλημμύρα,πνιγμός.,πλημμυρίζων,υπερχειλίζων,συντριπτικός,βυθιζόμενος,πλημμύρα,χιονοστιβάδα,βροχή
αποστράγγιση,ξήρανση,αφυδατωτικός,στάχτες
deluged => κατακλύζω, deluge => κατακλυσμός, deluding => Παραπλανητικός, deluder => Πλανεύτης, deluded => παραπλανημένος,