Greek Meaning of reflected (on or upon)
αντανακλάται (πάνω ή πάνω)
Other Greek words related to αντανακλάται (πάνω ή πάνω)
- ώριμη σκέψη
- συλλογίζομαι
- σκέψη (για ή πάνω από)
- Παλεύω (με)
- αναλυθέν
- σκέφτηκε
- κατέληξε
- θεωρούμενος
- συζήτησαν
- εκ προθέσεως
- διασκεδασμένος
- εξερευνηθεί
- με μάτια
- διαλογίστηκε
- αμφισβητήθηκε
- αιτιολογημένος
- περιστρεφόμενος
- αναμάσησε
- μελετήθηκε
- στρεμμένος
- ζυγισμένο
- εκκολάπτει (πάνω από ή σχετικά με κάτι)
- μασουλημένο
- στοχαστικός
- κατοικούμενος (σε ή επάνω)
- εμμονικός (με ή σε)
- ανήσυχος (για κάποιον ή κάτι)
- κλώτσησε γύρω
- Λαξευμένος
- Σκεφτόταν
- πάνω σε
- θυμήθηκε
- εξεταστείσα
- εικάστηκε για
- απορροφάται
- αφομοιωμένος
- πίστευε
- χωνεμένος
- εξέφρασε γνώμη
- συλληφθεί
- ήπιε (σε)
- κατοίκησε (σε ή πάνω)
- εμμονή (περί ή πάνω από)
- Δεύτερη σκέψη
Nearest Words of reflected (on or upon)
- reflecting (on or upon) => Αντανακλώντας (επάνω ή πάνω)
- reflections => ανακλάσεις
- reflects => αντανακλά
- refluxes => αναδρομές
- refocused => εστίασε ξανά
- refocuses => εστιάζει εκ νέου
- reform schools => αναμορφωτήρια
- reformations => μεταρρυθμίσεις
- reformatories => σωφρονιστήρια
- reformers => Μεταρρυθμιστές
Definitions and Meaning of reflected (on or upon) in English
reflected (on or upon)
No definition found for this word.
FAQs About the word reflected (on or upon)
αντανακλάται (πάνω ή πάνω)
ώριμη σκέψη,συλλογίζομαι,σκέψη (για ή πάνω από),Παλεύω (με),αναλυθέν,σκέφτηκε,κατέληξε,θεωρούμενος,συζήτησαν,εκ προθέσεως
παραβλεπόμενος,απολυμένος,απορριπτόμενος,προσβάλλω,εξαντλημένος,υποτίμησε
reflect (on or upon) => προβληματίζομαι (πάνω σε ή για), refixing => επισκευή, refixes => προθήματα, refixed => Επισκευασμένο, refitting => επισκευή,