Greek Meaning of brooded (about or over)

εκκολάπτει (πάνω από ή σχετικά με κάτι)

Other Greek words related to εκκολάπτει (πάνω από ή σχετικά με κάτι)

Definitions and Meaning of brooded (about or over) in English

brooded (about or over)

No definition found for this word.

FAQs About the word brooded (about or over)

εκκολάπτει (πάνω από ή σχετικά με κάτι)

κρατιέμαι (από),εμμονικός (με ή σε),εμμονή (περί ή πάνω από),κολλημένο σε,Αγκαλιάστηκε,συντηρημένο,συντηρημένο,θυμήθηκα,Διατηρημένα,βαρετός

αρνήθηκε,αρνηθεί,έπεσε,ξέχασα,παραμελημένος,παραβλεπόμενος,χωρίστηκε με (κάποιον),απορριφθείς,απορριπτόμενος,εγκαταλελειμμένος

brood (about or over) => σκέφτεται (για κάτι ή υπερβολικά), Bronx cheers => Γιούχα του Μπρονξ, broncos => Μπρόνκος, bronchos => βρόγχοι, bromides => βρωμίδια,