Greek Meaning of brought around
φέρθηκαν γύρω
Other Greek words related to φέρθηκαν γύρω
- έφερε
- πεπεισμένος
- πήρα
- πεπεισμένος
- ικανοποιημένος
- κέρδισε (πάνω)
- ισχυρίστηκε
- ελκυσμένος
- πείθει
- κέρδισε
- επαγόμενος
- μετακινηθήκαμε
- πρότρεψε
- μετατραπεί
- οδήγησε
- επικράτησε (επί ή επί)
- talked (into) - μίλησα (στην)
- Γοητευμένος
- κολακεμένος
- γλυκόλογος
- Πλύση εγκεφάλου
- πεισθεί
- συζήτησαν
- συζητήθηκε
- αμφισβητούμενο
- σχεδίασε
- δελεαστικός
- ικέτευσε
- παρότρυνε
- επικλινής
- επηρεασμένο
- ενδιαφέρομαι
- δέλεασε
- προτεινόμενο
- πωλημένος
- δελεασčený
- πείθεται
- ελκυστικό
- μασουλημένο
- συνομίλησε
- μιλάμε γρήγορα
- τεμαχισμένο
- πεισμένος πάρα πολύ
- προτρέπονται
- χιονισμένος
- επηρεάστηκε
Nearest Words of brought around
- brought about => προκάλεσε
- broughams => μπρουγκάμ
- brotherhoods => αδελφότητες
- broomsticks => Σκουπάκια
- brooklets => ρυάκια
- broods => γέννες
- brooding (about or over) => συλλογίζομαι (για ή για)
- brooded (about or over) => εκκολάπτει (πάνω από ή σχετικά με κάτι)
- brood (about or over) => σκέφτεται (για κάτι ή υπερβολικά)
- Bronx cheers => Γιούχα του Μπρονξ
Definitions and Meaning of brought around in English
brought around
to restore to consciousness, persuade
FAQs About the word brought around
φέρθηκαν γύρω
to restore to consciousness, persuade
έφερε,πεπεισμένος,πήρα,πεπεισμένος,ικανοποιημένος,κέρδισε (πάνω),ισχυρίστηκε,ελκυσμένος,πείθει,κέρδισε
αποτρεπτικός,αποθαρρυμένος,αποτραπεί,αδιάθετο
brought about => προκάλεσε, broughams => μπρουγκάμ, brotherhoods => αδελφότητες, broomsticks => Σκουπάκια, brooklets => ρυάκια,