Greek Meaning of influenced
επηρεασμένο
Other Greek words related to επηρεασμένο
- αδιάφορος
- ίδιος
- δίκαιος
- δίκαιο
- ειλικρινής
- αμερόληπτος
- ανεξάρτητος
- μόνο
- ουδέτερος
- Στόχος
- ανοιχτό
- λογικός
- δεκτικός
- αντικειμενικός
- αντικειμενικός
- απόμακρος
- αυτόνομος
- αμερόληπτη
- κρύος
- αποσπασμένος
- μακρινό
- αμερόληπτος
- απρόσωπος
- αδιάφορος
- ακομμάτιστος
- ανοιχτόμυαλος
- πειστικός
- απομακρυσμένος
- αδιάφορος
- αποστασιοποιημένος
- πεισματάρης
- Ανεπηρέαστος
- ανέμπνευστος
- αδιάφορος
Nearest Words of influenced
Definitions and Meaning of influenced in English
influenced (imp. & p. p.)
of Influence
FAQs About the word influenced
επηρεασμένο
of Influence
έγχρωμος,πεπεισμένος,Διαστρεβλωμένο,πεπεισμένος,προδιάθετος,στραβός,επηρεάστηκε,πληγμένος,ανήσυχος,εχθρικός
αδιάφορος,ίδιος,δίκαιος,δίκαιο,ειλικρινής,αμερόληπτος,ανεξάρτητος,μόνο,ουδέτερος,Στόχος
influence peddler => Μεσολαβητής επιρροής, influence => επιρροή, inflowing => ερχόμενη, inflow => εισροή, inflorescence => ταξιανθία,