Greek Meaning of bipartisan

αμερόληπτη

Other Greek words related to αμερόληπτη

Definitions and Meaning of bipartisan in English

Wordnet

bipartisan (s)

supported by both sides

FAQs About the word bipartisan

αμερόληπτη

supported by both sides

ανεξάρτητος,ουδέτερος,ακομμάτιστος,αυτόνομος,δίκαιο,αδέσμευτος,μη παρεμβατικός,κυρίαρχος,αδιάφορος,αμερόληπτος

μερικός,μεροληπτικός,άδικος,Συνδεδεμένος,συνδεδεμένος,προκατειλημμένος,ομοσπονδιακός,σύμμαχοι,εμπόλεμος,προκατειλημμένος

bipartile => διμερής, bipartient => διμερής, bipartible => διμερές, biparous => δίτοκος, biparietal => Βρεγματικό,