Greek Meaning of hands-off

μη παρεμβατικός

Other Greek words related to μη παρεμβατικός

Definitions and Meaning of hands-off in English

Wordnet

hands-off (s)

not involving participation or intervention

FAQs About the word hands-off

μη παρεμβατικός

not involving participation or intervention

αυτόνομος,ανεξάρτητος,ουδέτερος,αδέσμευτος,μη παρεμβατικός,κυρίαρχος,μη συνδεδεμένος,αδιάφορος,αμερόληπτος,αμερόληπτος

σύμμαχοι,προκατειλημμένος,μερικός,μεροληπτικός,άδικος,Συνδεδεμένος,συνδεδεμένος,εμπόλεμος,ομοσπονδιακός,ομοσπονδιακός

handshaking => χειραψία, handshake => χειραψία, handsewn => Χειροποίητο, handset => Ακουστικό, handselling => πώληση στο χέρι,