Greek Meaning of federated

ομοσπονδιακός

Other Greek words related to ομοσπονδιακός

Definitions and Meaning of federated in English

Wordnet

federated (s)

united under a central government

FAQs About the word federated

ομοσπονδιακός

united under a central government

Συνδεδεμένος,συνδεδεμένος,σύμμαχοι,εμπόλεμος,προκατειλημμένος,μερικός,μεροληπτικός,άδικος,ομοσπονδιακός,προκατειλημμένος

ουδέτερος,αδέσμευτος,ακομμάτιστος,μη παρεμβατικός

federate => Ομοσπονδιακό, federary => ομοσπονδία, federally => ομοσπονδιακά, federalizing => Ομοσπονδιοποίηση, federalized => ομοσπονδοποιημένο,