Greek Meaning of mooted

προτεινόμενο

Other Greek words related to προτεινόμενο

Definitions and Meaning of mooted in English

Webster

mooted (imp. & p. p.)

of Moot

FAQs About the word mooted

προτεινόμενο

of Moot

συζητήθηκε,εισήχθη,ανυψωμένο,ανοίχτηκε,μεγαλωμένη,αναφέρθηκε,αναφέρθηκε,προσφέρεται,τοποθετημένος,προτεινόμενος

λογοκριμένος,ησυχασμένος,σιωπηλός,καταπιεσμένη,(σιωπημένος)

moote => αμφισβητούμενος, mootable => αμφισβητήσιμος, moot court => Δικαστικό Εργαστήριο, moot => αμφισβητήσιμος, moose-wood => Ξύλο ελαφιού,