Greek Meaning of eyed
με μάτια
Other Greek words related to με μάτια
- Παρατηρήθηκε
- κοίταζε
- ακολούθησε
- χασμουρήθηκε
- κοίταξε
- glowered
- κοίταξε
- έκοψε μια ματιά
- είδε
- κοίταξε επίμονα
- προβολής
- αντικρίζει
- αντίκρισα
- κοιτούσε με το στόμα ανοιχτό
- κοίταξε
- διακρίνω
- Γουρλομάτης
- Φρουρούμενος
- είχε το μάτι του επάνω σε κάποιον
- κοίταξε
- παρακολουθούμενος
- έριξε μια ματιά
- κοίταξε κρυφά
- αντιλαμβανόμενος
- θεωρείται
- ακύρωνε
- κατασκοπευμένη
- μελετήθηκε
- ξύπνιος
- φρουρούμενος
- ξύπνιος
Nearest Words of eyed
Definitions and Meaning of eyed in English
eyed (a)
having an eye or eyes or eyelike feature especially as specified; often used in combination
eyed (imp. & p. p.)
of Eye
eyed (a.)
Heaving (such or so many) eyes; -- used in composition; as sharp-eyed; dull-eyed; sad-eyed; ox-eyed Juno; myriad-eyed.
FAQs About the word eyed
με μάτια
having an eye or eyes or eyelike feature especially as specified; often used in combinationof Eye, Heaving (such or so many) eyes; -- used in composition; as sh
Παρατηρήθηκε,κοίταζε,ακολούθησε,χασμουρήθηκε,κοίταξε,glowered,κοίταξε,έκοψε μια ματιά,είδε,κοίταξε επίμονα
ανοιγόκλεισε,έκανε το μάτι
eyecup => προσοφθάλμιο, eye-catching => εντυπωσιακός, eye-catcher => εντυπωσιακός, eyebrow pencil => μολύβι φρυδιών, eyebrow => φρύδι,