Greek Meaning of real-world

πραγματικός

Other Greek words related to πραγματικός

Definitions and Meaning of real-world in English

Wordnet

real-world (n)

the practical world as opposed to the academic world

real-world

existing or occurring in reality

FAQs About the word real-world

πραγματικός

the practical world as opposed to the academic worldexisting or occurring in reality

πραγματικός,αυθεντικός,καλή τη πίστει,σκυρόδεμα,αποτελεσματικός,πραγματικός,πραγματικός,πραγματική ζωή,επιβεβαιωμένο,πειστικός

υποτιθέμενος,υποθετικός,προβλεπόμενος,μυθικός,Φαντασιώδης,Φανταστικός,φανταστικός,φανταστικός,φανταστικός,φανταστικός

realties => πραγματικότητες, realms => Βασίλεια, reallocating => Επαναδιάθεση, reallocated => ανακατανεμημένος, real-life => πραγματική ζωή,