Greek Meaning of nonexistent
ανύπαρκτος
Other Greek words related to ανύπαρκτος
Nearest Words of nonexistent
Definitions and Meaning of nonexistent in English
nonexistent (a)
not having existence or being or actuality
nonexistent (a.)
Not having existence.
FAQs About the word nonexistent
ανύπαρκτος
not having existence or being or actualityNot having existence.
απών,έλλειψη,εξαφανισμένος,ανεπαρκής,χαμένος,χαμένος,εξαφανίστηκε,θέλοντας,νεκρός,καταργημένος
ενεργός,τρέχων,υπάρχον,παρόν,ζωντανός,φαινομενικός,κοινός,πηγαίνω,ζωντανό,προφανής
nonexistence => ανυπαρξία, nonexempt => μη εξαιρούμενο, nonexecution => μη εκτέλεση, nonevent => μη-γεγονός, non-euclidean geometry => Μη Ευκλείδεια Γεωμετρία,