Greek Meaning of suppositional
υποθετικός
Other Greek words related to υποθετικός
- υποθετικός
- εικαζόμενο
- θεωρητικός
- θεωρητικός
- ακαδημαϊκός
- εννοιολογικός, εννοιακός
- εικαστικός
- μεταφυσικός
- αφηρημένος
- ακαδημαϊκός
- υποτιθέμενος
- υποθετικός
- αμφιλεγόμενος
- διανοούμενος
- αμφισβητήσιμος
- Μη κλινικός
- Μη εμπειρικό
- υποτιθέμενος
- υποθετικό
- προτεινόμενος
- υποτίθεται
- αναπόδεικτο
- αποδεδειγμένος
- αδοκίμαστος
Nearest Words of suppositional
Definitions and Meaning of suppositional in English
suppositional (s)
based primarily on surmise rather than adequate evidence
FAQs About the word suppositional
υποθετικός
based primarily on surmise rather than adequate evidence
υποθετικός,εικαζόμενο,θεωρητικός,θεωρητικός,ακαδημαϊκός,εννοιολογικός, εννοιακός,εικαστικός,μεταφυσικός,αφηρημένος,ακαδημαϊκός
πραγματικός,κλινικός,πραγματικός,Πρακτικός,πραγματικός,σκυρόδεμα,ορισμένος,ορισμένος,διακριτός,εμπειρικός
supposition => υπόθεση, supposedly => υποτίθεται, supposed => υποτίθεται, suppose => υποθέτω, supposal => υπόθεση,