Greek Meaning of hot-tempered

ευέξαπτος

Other Greek words related to ευέξαπτος

Definitions and Meaning of hot-tempered in English

Wordnet

hot-tempered (s)

quickly aroused to anger

FAQs About the word hot-tempered

ευέξαπτος

quickly aroused to anger

επιθετικός,ανταγωνιστικός,πολεμοχαρής,εμπόλεμος,μαχητικός,Αντιπαραθετικός,Αμφιλεγόμενος,φιλονικητής,πνευματώδης,άγριος

Φιλικός,φιλικός,φιλάνθρωπος,συμβιβαστικός,φιλικός,εύκολος,φιλικός,καλόκαρδος,φιλεύσπλαχνος,καλόκαρδος

hotspurred => παρορμητικός, hotspur => Χότσπερ, hotspot => εστία πρόσβασης, hot-spirited => θερμόαιμος, hotshot => καυτό σπέρμα,