Greek Meaning of feisty

πνευματώδης

Other Greek words related to πνευματώδης

Definitions and Meaning of feisty in English

Wordnet

feisty (s)

showing courage

quick to take offense

FAQs About the word feisty

πνευματώδης

showing courage, quick to take offense

επιθετικός,Αμφιλεγόμενος,εχθρικός,μαχητής,Όξινος,αγωνιστικό,επιχειρηματικός,επιθετικός,πολεμοχαρής,εμπόλεμος

Φιλικός,φιλικός,φιλάνθρωπος,εύκολος,φιλικός,καλόκαρδος,φιλεύσπλαχνος,μη επιθετικός,Ειρηνικός,ειρηνικός

feist => Feist, feint => φιντα, feine => πρόστιμο, feijoa bush => Φαιζόα, feijoa => Φεϊτζόα,