Greek Meaning of hotspot
εστία πρόσβασης
Other Greek words related to εστία πρόσβασης
- Κεφάλαιο
- κέντρο
- κεντρικός
- Εστίαση
- σημείο μηδέν
- Ευχάριστο πεδίο κυνηγιού
- έδρα
- κυψέλη
- θερμοκήπιο
- πυρήνας
- νευρικό κέντρο
- παιδική χαρά
- Άξονας
- βάση
- πυρήν
- επίκεντρο
- Ουσία
- καρδιά
- κόμβος
- locus
- Μέκκα
- ομφαλός
- Nexus
- Όζος
- πυρήνας
- Μυελός
- πάρκο αναψυχής
- Κάθισμα
- παχύς
- έλξη
- κέντρο προσοχής
- βαθύς
- μάτι
- μαγνήτης
- μαγνήτης
- Ομφαλός
- πεμπτουσία
- ψυχή
Nearest Words of hotspot
- hotspur => Χότσπερ
- hotspurred => παρορμητικός
- hot-tempered => ευέξαπτος
- hottentot => Χοτεντότοι
- hottentot bread => Ψωμί Χοτεντότων
- hottentot bread vine => Άρτος Hottentot
- hottentot fig => Σύκο χοτεντότων
- hottentotism => hotentoτισμός
- hottentot's bread => Ψωμί Hottentot
- hottentot's bread vine => Άρτος Ουτεντότων
Definitions and Meaning of hotspot in English
hotspot (n)
a place of political unrest and potential violence
a point of relatively intense heat or radiation
a lively entertainment spot
FAQs About the word hotspot
εστία πρόσβασης
a place of political unrest and potential violence, a point of relatively intense heat or radiation, a lively entertainment spot
Κεφάλαιο,κέντρο,κεντρικός,Εστίαση,σημείο μηδέν,Ευχάριστο πεδίο κυνηγιού,έδρα,κυψέλη,θερμοκήπιο,πυρήνας
No antonyms found.
hot-spirited => θερμόαιμος, hotshot => καυτό σπέρμα, hot-short => θερμοσχιστοποιημένος, hot-rod => χοτ-ροντ, hot-rock penstemon => Penstemon hot-rock,