Greek Meaning of hagriding

χαγκρίντινγκ

Other Greek words related to χαγκρίντινγκ

Definitions and Meaning of hagriding in English

hagriding

harass, torment

FAQs About the word hagriding

χαγκρίντινγκ

harass, torment

ανησυχητικός,θυμωμένος,ενοχλητικός,αποσυνθετικός,Αποσπώντας την προσοχή,οδυνηρός,ανησυχητικό,στοιχειωμένος,ανησυχητικό,σχετικά

καταπραϋντικός,σύνθεση,κατευναστικός,κατακάθιση,κατευναστικός,κατευναστικός,ηρεμιστικό,καταπραϋντικό,εξευμενιστικός,ηρεμιστικό

hagride => Χάγκριντ, hagiographies => Βίοι αγίων, hagiographical => Αγιογραφικός, hagiographic => αγιογραφικός, hagiographers => αγιογράφοι,