Greek Meaning of fervently

ένθερμα

Other Greek words related to ένθερμα

Definitions and Meaning of fervently in English

Wordnet

fervently (r)

with passionate fervor

FAQs About the word fervently

ένθερμα

with passionate fervor

φλογερός,συναισθηματικός,έντονο,παθιασμένος,παθιασμένος,ζεστός,φλεγόμενος,καίγοντας,φορτισμένος,επιδεικτικός

κρύος,κουλ,αποσπασμένος,αποστασιοποιημένος,ξηρός,αναίσθητος,Στόχος,αναίσθητος,απρόσωπος,ανέμπνευστος

fervent => φλογερό, fervency => ζήλος, fervence => θέρμη, feruling => Ρήξη, ferulic => φερουλικό,