FAQs About the word ferula

φερούλα

A ferule., The imperial scepter in the Byzantine or Eastern Empire.

No synonyms found.

No antonyms found.

fertilizing => γονιμοποίηση, fertilizer => λίπασμα, fertilized ovum => Γονιμοποιημένο ωάριο, fertilized egg => Γονιμοποιημένο ωάριο, fertilized => γονιμοποιημένος,