Greek Meaning of mushy

χυλώδης

Other Greek words related to χυλώδης

Definitions and Meaning of mushy in English

Wordnet

mushy (s)

having the consistency of mush

effusively or insincerely emotional

Webster

mushy (a.)

Soft like mush; figuratively, good-naturedly weak and effusive; weakly sentimental.

FAQs About the word mushy

χυλώδης

having the consistency of mush, effusively or insincerely emotionalSoft like mush; figuratively, good-naturedly weak and effusive; weakly sentimental.

Συναισθηματικός,απρόσεκτος,κολλώδης,βρεγμένος,Κουτί με σοκολάτες,αηδής,τετριμμένος,σταλαγματιώδης,ασαφής,κολλώδες

κυνικός,ατόφιος,ασυναισθητος,ακατέργαστος,πεισματάρης,Αντιαισθηματικός,σκληρόβραστος,σκληρός

mushroom-shaped cloud => Σύννεφο σχήματος μανιταριού, mushroom-headed => με κεφάλι μανιταριού, mushroom wine sauce => Σάλτσα μανιταριών με κρασί, mushroom sauce => Σάλτσα μανιταριών, mushroom poisoning => δηλητηρίαση από μανιτάρια,