Greek Meaning of nostalgic
νοσταλγικός
Other Greek words related to νοσταλγικός
- μελαγχολικός
- ονειρικός
- Συναισθηματικός
- Κουτί με σοκολάτες
- αηδής
- τετριμμένος
- χαριτωμένος
- σταλαγματιώδης
- κολλώδες
- ερωτευμένος
- δακρύβρεχτος
- λιγούρης
- Μελοδραματικός
- δακρυσμένος
- σεληνιακός
- χυλώδης
- Σακχαρίνη
- δακρύβρεχτος
- μελό
- απρόσεκτος
- Γρανίτα (granita)
- σαπουνόπερας
- σαπουνάδα
- μουσκεμένος
- σούπα
- συναισθηματικός
- με λαμπερά μάτια
- κολλώδης
- αφρώδης
- Ζαχαρωμένος
- ζαχαρώδης
- βρεγμένος
Nearest Words of nostalgic
Definitions and Meaning of nostalgic in English
nostalgic (s)
unhappy about being away and longing for familiar things or persons
nostalgic (a.)
Of or pertaining to nostalgia; affected with nostalgia.
FAQs About the word nostalgic
νοσταλγικός
unhappy about being away and longing for familiar things or personsOf or pertaining to nostalgia; affected with nostalgia.
μελαγχολικός,ονειρικός,Συναισθηματικός,Κουτί με σοκολάτες,αηδής,τετριμμένος,χαριτωμένος,σταλαγματιώδης,κολλώδες,ερωτευμένος
κυνικός,Αντιαισθηματικός,σκληρόβραστος,σκληρός,πεισματάρης,ασυναισθητος
nostalgia => νοσταλγία, nost => νόστ, nosopoetic => Νοσοποιητικός, nosophobia => νοσοφοβία, nosophen => Νοσοφένιο,