Greek Meaning of novelettish
μυθιστορηματικός
Other Greek words related to μυθιστορηματικός
- Συναισθηματικός
- απρόσεκτος
- κολλώδης
- Κουτί με σοκολάτες
- αηδής
- τετριμμένος
- σταλαγματιώδης
- φρουτώδης
- ασαφής
- κολλώδες
- ερωτευμένος
- δακρύβρεχτος
- λιγούρης
- χυλώδης
- Σακχαρίνη
- δακρύβρεχτος
- μελό
- Γρανίτα (granita)
- μουσκεμένος
- σούπα
- μελό
- Ζαχαρωμένος
- ζαχαρώδης
- βρεγμένος
- ονειρικός
- Καλό αίσθημα
- επίπεδος
- άνοστος
- Μελοδραματικός
- δακρυσμένος
- σεληνιακός
- νοσταλγικός
- σαπουνόπερας
- σαπουνάδα
- μαλακό βραστό
- συναισθηματικός
- με λαμπερά μάτια
- αφρώδης
- άνοστος
- αδιάφορος
- Υδαρής
Nearest Words of novelettish
Definitions and Meaning of novelettish in English
novelettish
sentimental, of, relating to, or characteristic of a novelette
FAQs About the word novelettish
μυθιστορηματικός
sentimental, of, relating to, or characteristic of a novelette
Συναισθηματικός,απρόσεκτος,κολλώδης,Κουτί με σοκολάτες,αηδής,τετριμμένος,σταλαγματιώδης,φρουτώδης,ασαφής,κολλώδες
ατόφιος,ασυναισθητος,ακατέργαστος,κυνικός,Αντιαισθηματικός,πεισματάρης
novelettes => νουβέλες, nouvelle => νέος, nourishes => τρέφει, notorieties => Διάσημος, notions => έννοιες,