Greek Meaning of notorieties

Διάσημος

Other Greek words related to Διάσημος

Definitions and Meaning of notorieties in English

notorieties

a notorious person, the quality or state of being notorious

FAQs About the word notorieties

Διάσημος

a notorious person, the quality or state of being notorious

Διαβόητες υποθέσεις,Διασημότητες,αριθμοί,προσωπικότητες,άστρα,Διάσημες υποθέσεις,διασημότητες,αξιωματούχοι,ήρωες,εικονίδια

μετριότητες,κανείς,ελαφρά βάρη,Άσημες προσωπικότητες

notions => έννοιες, notifies => ενημερώνει, notifiers => Ειδοποιήσεις, notifier => ο κοινοποιών, notifications => ειδοποιήσεις,