Greek Meaning of demagogy

Δημαγωγία

Other Greek words related to Δημαγωγία

Definitions and Meaning of demagogy in English

Wordnet

demagogy (n)

impassioned appeals to the prejudices and emotions of the populace

Webster

demagogy (n.)

Demagogism.

FAQs About the word demagogy

Δημαγωγία

impassioned appeals to the prejudices and emotions of the populaceDemagogism.

ταραχοποιός,πρωταθλητής,διαδηλωτής,διεγέρτης,εμπρηστής,υποκινητής,υποκινητής,υπαίτιος,προωθητής,Υποστηρικτής

ειρηνοποιός,διαλλακτής,ενωτής

demagoguery => δημαγωγία, demagogue => Δημαγωγός, demagogism => Δεμαγωγία, demagogical => δημαγωγικός, demagogic => δημαγωγικός, -ή, -ό,